Ο Μανώλης Ρασούλης ήταν ένας γνήσιος Κρητικός, ένας γνήσιος Έλληνας. Έγινε γνωστός ως στιχουργός, τραγουδιστής, συγγραφέας και δημοσιογράφος, αν και ο ίδιος υπέγραφε τα κείμενά του ως «Μανώλης Ρασούλης, στιχουργός – συγγραφέας και truth seeker» στο προσωπικό του Blog, «Ειρήνη Υμίν». Υπήρξε ένας ιδιαίτερος άνθρωπος, ανήσυχος και φωτεινός, που σε όλη του τη ζωή αναζητούσε, αγαπούσε και δημιουργούσε.
Γεννήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 1945 στο Ηράκλειο της Κρήτης, όπου και έζησε ως τα δεκαοκτώ του χρόνια. Τα παιδικά του χρόνια ήταν όμορφα και γεμάτα εμπειρίες. Βοηθούσε τον πατέρα του που ήταν χρυσοχόος, έψελνε στον Πολιούχο Άγιο Μηνά και διάβαζε Καζαντζάκη. Χόρευε και μάλιστα είχε κερδίσει και βραβείο στους μοντέρνους χορούς, έπαιζε ποδόσφαιρο ενώ στο σχολείο ήταν άριστος μαθητής και σημαιοφόρος.
Με πατέρα και θείο αριστερούς, εντάχθηκε και ο ίδιος από νωρίς στη νεολαία της αριστεράς. Από μικρός είχε αρχίσει να προβληματίζεται, να αγωνιά και να αγωνίζεται για έναν καλύτερο κόσμο.
Ο Μανώλης Ρασούλης γεννήθηκε έχοντας έντονη τη φωτιά της αναζήτησης μέσα του. Έβλεπε τον κόσμο σαν ένα μεγάλο μυστήριο μέσα στο οποίο ήθελε να συμμετέχει, να εξερευνήσει, να ζήσει. Έτσι, έψαχνε πάντα να βρει νόημα στα πάντα, ακόμα και στα πιο απλά όπως το όνομά του: «Εμμανουήλ στα Χριστιανικά, σημαίνει άνθρωπος του Θεού και Ρασούλης στα Ισλαμικά σημαίνει πάλι άνθρωπος του Θεού», θα δήλωνε αργότερα σε συνέντευξή του.
Το 1963 ο Μανώλης Ρασούλης αποφοίτησε από το γυμνάσιο και θέλησε να προχωρήσει στη ζωή του σύμφωνα με την υπαγόρευση της εσωτερικής του ανάγκης. Έτσι το 1965, βρέθηκε στην Αθήνα όπου ξεκίνησε να σπουδάζει σκηνοθεσία κινηματογράφου. Παράλληλα, άρχισε να εκφράζει τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες του γράφοντας ποιήματα και σενάρια και τραγουδώντας σε μπουάτ ερασιτεχνικά.
Το ίδιο διάστημα ξεκίνησε να εργάζεται στην εφημερίδα «Δημοκρατική Αλλαγή». Συμμετείχε δε στους αγώνες του 1-1-4 και σε πορείες υπέρ της ειρήνης, ενώ ανέπτυσσε γνωριμίες με τους πρωτοπόρους του πνεύματος της εποχής και τις νέες ιδέες. Εκείνο το διάστημα συνάντησε τον Μάνο Λοΐζο, τον Διονύση Σαββόπουλο, τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο και άλλους. Η δράση και οι συναναστροφές του ενόχλησαν το καθεστώς, και στις 21 Απριλίου του 1967 συνελήφθη στα γραφεία της εφημερίδας όπου εργαζόταν, ωστόσο σύντομα αφέθηκε ελεύθερος, καθώς δεν βρέθηκαν στοιχεία εναντίον του.
Αμέσως μετά την απελευθέρωσή του, ο Μανώλης Ρασούλης πήρε την απόφαση να φύγει από την Ελλάδα. Σύντομα βρέθηκε στο Λονδίνο. Εκεί αναζήτησε αμέσως το μεροκάματο κάνοντας δουλειές του ποδαριού. Εργάστηκε σε φούρνο και σε μια σοκολατοποιία, ενώ παράλληλα συνέχισε να αγωνίζεται για τις ιδέες του μαζί με Έλληνες του Λονδίνου και Άγγλους.
Σε λιγότερο από ένα χρόνο, ακολούθησαν τα γεγονότα στο Παρίσι, τον Μάιο του ’68, όπου θέλησε να συμμετάσχει. Έτσι μετέβη στην πρωτεύουσα της Γαλλίας, όπως και οι περισσότεροι νέοι τότε που συγκεντρώθηκαν σαν τα ποτάμια στη θάλασσα της φοιτητικής εξέγερσης. Συμμετείχε ενεργά στις πορείες, και κατά τη διάρκεια σφοδρότατων συγκρούσεων με την αστυνομία, ξυλοκοπήθηκε άσχημα και κατέληξε στο νοσοκομείο.
Στο Παρίσι μια αφίσα του Τρότσκι έγινε η αιτία της ένταξής του στο Τροτσκιστικό κίνημα με την επιστροφή του στο Λονδίνο. Έτσι γνωρίστηκε με την σταρ Βανέσα Ρέντγκρεϊβ, ενεργό στέλεχος του κινήματος. Τον εντυπωσίασε και μαζί συνεργάστηκαν σε παραστάσεις. Την ίδια περίοδο έγινε συνεκδότης της αγωνιστικής εφημερίδας «Σοσιαλιστική Αλλαγή», στην οποία έγραφε εντατικά άρθρα και επιφυλλίδες, μοιράζοντας ο ίδιος την εφημερίδα στους δρόμους. Εκείνη την εποχή έγραψε και τα πρώτα του βιβλία. Ταυτόχρονα, παρακολουθούσε μαθήματα φιλοσοφίας και πολιτικής οικονομίας και συμμετείχε στους αγώνες των εργατών. Το 1973, ένα χρόνο πριν επιστρέψει στην Ελλάδα, γεννήθηκε η κόρη του Ναταλία.
Μετά την πτώση της Χούντας το 1974, ο Μανώλης Ρασούλης, επέστρεψε στην Ελλάδα και ξεκίνησε να εργάζεται στα ναυπηγεία Ανδρεάδη στο Πέραμα. Η δουλειά ήταν ιδιαίτερα σκληρή και επικίνδυνη. Παρόλα αυτά δεν τον απέσπασε από την θέληση του να αγωνιστεί υπέρ των αδυνάτων και υπέρ ενός πιο δίκαιου, καλύτερου κόσμου. Έτσι πρωτοστάτησε στους αγώνες των ναυτεργατών και η δράση του αυτή έγινε αιτία, πολλές φορές, να κυνηγηθεί και να ξυλοκοπηθεί από τους λιμενικούς.
Εκείνη την περίοδο ερμήνευσε το τραγούδι του Μάνου Λοΐζου, «Ένα πουλί θαλασσινό» και λίγο αργότερα συναντήθηκε με τον μουσικό Νίκο Ξυδάκη. Η σχέση που ανέπτυξε και με τους δύο καλλιτέχνες τον οδήγησαν σε έναν καινούργιο δρόμο, αυτόν της μουσικής.
Ο Μανώλης Ρασούλης στα χρόνια που ακολούθησαν συνεργάστηκε με πλήθος εξαιρετικών μουσικών. Έγραψε εκπληκτικούς, αληθινούς, ποιητικούς στίχους που μίλησαν στην καρδιά του κόσμου. Μαζί με τον Μάνο Λοΐζο, τον Νίκο Ξυδάκη, τον Νίκο Παπάζογλου, τον Πέτρο Βαγιόπουλο και άλλους πολλούς, δημιούργησαν τραγούδια τα οποία αντέχουν στο χρόνο. Τραγούδια διαχρονικά, ελληνικά και παγκόσμια με τις φωνές της Χαρούλας Αλεξίου, του Νίκου Παπάζογλου, του Σωκράτη Μάλαμα, της Μαρίας Δημητριάδη και άλλων πολλών: «Όλα σε θυμίζουν», «Στη ρωγμή του χρόνου», «Οι νταλίκες», «Πότε Βούδας, πότε Κούδας», είναι ελάχιστα μόνο από τα πιο γνωστά τραγούδια.
Από το 1975 με τον πρώτο δίσκο «Τα Νέγρικα» ως το 2012 με την «Τρίπλα», ο Μανώλης Ρασούλης έγραψε περί τα διακόσια τραγούδια, τα οποία κυκλοφόρησαν σε σαράντα έξι δίσκους συνολικά. Μερικές από τις πιο γνωστές του δουλειές είναι «Η εκδίκηση της γυφτιάς», «Χαράτσι», «Παίξε Χρήστο επειγόντως», «Όλοι δικοί μας είμαστε», «Τα σκόρπια».
Αρχίζει να προσαρμόζεται στην ελληνική πραγματικότητα και να καταδύεται στην πεμπτουσία της. Το ένστιχτο και η μοίρα τον οδηγούν στον πυρήνα του ελληνικού τραγουδιού. Παρετείται από το κόμμα μια μέρα που οι σύντροφοι υποστήριζαν τις ερυθρές πυρηνικές βόμβες ενάντια στις αντίπαλες. Βλέποντας έναν παραλογισμό ρίχνεται στη μελέτη των ανατολικών φιλοσοφιών . Ανακαλύπτει ή του αποκαλύπτεται μέσω μιας γνωστής του τον OSHO. Αναστατώνεται θετικά, διαβάζει βιβλία του, γοητεύεται, βαθαίνει, πηγαίνει στην Ινδία και τον συναντά.
Συνεχίζοντας τις καλλιτεχνικές του δραστηριότητες τις εμπλουτίζει στο έπακρο με τη νέα του εμπειρία. Συστήνει στους Έλληνες τον OSHO εκδίδοντας το βιβλίο του «κρυμμένη αρμονία - ομιλίες πάνω στον Ηράκλειτο».
Οι προτάσεις του συναντούν μια ανταπόκριση των πολιτών που με μπαγκράουντ την κοινωνικοπολιτική μεταστροφή υπάρχει μια φρέσκια και θετική ενέργεια στην ατμόσφαιρα.
Μελετά, γράφει, ερωτεύεται ξερωτεύεται, διαλογίζεται, αυτοπαρατηρείται, παλινδρομεί, ορμά, ωριμάζει, ανοίγεται, ρισκάρει, πληρώνει το τίμημα. Αναπόφευκτη η αντιπαράθεση με τα πάσης φύσεως κατεστημένα που βλέπουν σ`αυτόν ένα κίνδυνο για την πόζα και την ανεπάρκεια τους.
Ο OSHO, μεταβαίνει στο Όρεγκον. Χίλια δυο λαμβάνουν χώρα. Μια έρημος μετατρέπεται σε πόλη για 30000 ανθρώπους. Η Αμερικάνικη κυβέρνηση μετατρέπεται σε ταύρο σε γυαλοπωλείο. Τον καταδιώκει τον συλλαμβάνει τον φυλακίζει τον δηλητηριάζει, τον εκδιώχνει. Ο Ρασούλης συνεχίζοντας με συνέπεια αυτό που θεωρεί αναγκαίο, συγκρούεται και σιγά σιγά απομονώνεται, καθώς κόμματα, εκκλησία, ιδιωτικά κυκλώματα θεωρούν κίνδυνο τις προτάσεις του. Ακόμη και με το κέντρο του OSHO στο Όρεγκον ήρθε σε ρήξη. Γεμάτος αγωνία και περιεχόμενο κάνει μια επίσκεψη στη Νέα Υόρκη. Τρεισήμισι μήνες πρωτόγνωρη και αξέχαστη εμπειρία, τον αναγκάζει να προσθαφαιρεί στοιχεία προκειμένου να φτάσει στην Ιερή Φόρμουλα Χι τη χρυσή τομή του κόσμου, την κολυμπήθρα του Σιλωάμ. Πτοείται, πολλάκις απελπίζεται αλλά παραμένει στο ρινγκ χρησιμοποιώντας τακτικές του Ρομπέν του Δασών του Μπρους Λη και του Χριστού.
Τον κατηγορούν ότι είναι εγκέφαλος της 17 Ν. Αυτός δηλώνει για πολλοστή φορά ότι από φύση και θέση είναι ενάντια στη βία, ιδίως ενάντια στην ατομική τρομοκρατία. Όμως με τις δηλώσεις του τρομοκρατεί κάποιους και οι οποίοι τον υποδεικνύουν ως ιδεολογικό τρομοκράτη.
Συνεχίζει να παράγει έργο επειδή επιθυμεί και επειδή είναι μέτρο σύγκρισης για τη συνέπεια των ιδεολογικών και ηθικών πεποιθήσεων. Δηλώνει όμως ότι η οντότητα του είναι πιο ενδιαφέρουσα από το έργο του, τα προϊόντα του.
Η κόρη του Ναταλί σπουδάζει μουσική και αποκαλύπτεται ως ακραίο μουσικό φαινόμενο σαν τραγουδίστρια λαϊκών τραγουδιών, χέβι μέταλ και στις ʼριες των κλασσικών. Γίνεται γνωστή και στο εξωτερικό με το συγκρότημα Septic Flesh, αλλά συμμερίζεται εντός της Ελλάδος την εσκεμμένη απομόνωση του πατέρα της Μανώλη Ρασούλη.
Με κεντρικό στόχο μια νέα συνείδηση πλανητική και μια νέα προσέγγιση στο τρίπτυχο ζειν ευζειν γνώθι σεαυτόν, παρεμβάλλεται στο εγχώριο αλλά και όσο μπορεί στο διεθνές γίγνεσθαι.
Μέσα στην οδύσσειά του ο OSHO εκβράζεται και στην Κρήτη. Εκεί βρίσκει τον Ρασούλη να μένει στην ίδια περιοχή. Ήταν σαν ένα μήνυμα ύπαρξης. Ο Ρασούλης σαν Κρητικός κάνει το παν να προστατεύσει τον δάσκαλό του από τις επικείμενες επιθέσεις. Πληγώνεται όταν δεν το κατορθώνει και ο δάσκαλός συλλαμβάνεται και απελαύνετε.
Το γεγονός αυτό υπερδιπλασιάζει την εγρήγορση του, την ευθύνη του, την ερευνά του, την αυτοπαρατήρησή του, συνάμα υπερδιπλασιάζεται η προσπάθεια των απαράτ κράτους και παρακράτους για να τον παροπλίσουν και να τον φιμώσουν, με κινήσεις έμμεσες ή άμεσες με κλασσικά ή πρωτότυπα τρικ.
Συνεχίζει να παράγει έργο, τραγούδια, βιβλία ραδιοπρογράμματα , άρθρα σε εφημερίδες της πρωτεύουσας και της επαρχίας.
Η Μελίνα Μερκούρη τον καλεί να πάρει μέρος στις εκδηλώσεις για την πολιτιστική Αθήνα και να τις δώσει ιδέες αλλά αρνείται γιατί δεν θεωρεί την Αθήνα άξια για να γίνει πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης. Έκτοτε μπαίνει στη μαύρη λίστα και του υπουργείου πολιτισμού. Προσπαθούν με δικαστικές καταδίκες να τον πτοήσουν και να τον βγάλουν εκτός ρινγκ., ο Ρασούλης κάνει συναυλίες στο Βερολίνο και στην Κωνσταντινούπολη και μιλά στο πνευματικό κέντρο του Δήμου Βαρκελώνης καθώς είναι φιλοξενούμενος του δήμου για ένα φεστιβάλ μεσογειακής ποίησης καθώς και στη Μαγιόρκα.
Τα τραγούδια του γίνονται γνωστά κι αγαπητά στο Ισραήλ, την Τουρκία, Τη Σερβία, στις Χώρες όπου υπάρχουν Έλληνες αλλά και για κάποιο μυστήριο λόγο και στην Ιαπωνία.
Από την νεότητα του ο Μανώλης Ρασούλης αναζητούσε. Ήταν ένας σπάνιος ρομαντικός μέσα στον κόσμο που όμως πατούσε τα πόδια γερά στη γη και μπορούσε να προσαρμοστεί στην πραγματικότητα, δημιουργώντας παράλληλα, και χωρίς σκέψη παραίτησης. Δεν δίσταζε να ακολουθήσει νέους δρόμους και να αφήσει παλιούς. Ακολουθούσε την καρδιά του, τη θέλησή του και το αστέρι του.
Το ένστικτο και η μοίρα, όπως έγραψε ο ίδιος, τον οδήγησαν στον πυρήνα του ελληνικού τραγουδιού. Κάποια στιγμή παραιτήθηκε από το κόμμα, όταν πλέον είδε απόψεις και δράσεις να μην ταυτίζονται με τη δική του συνείδηση. Απογοητεύτηκε όμως συνέχισε να αναζητά το νόημα και την ομορφιά του κόσμου διαλέγοντας, διαφορετικές κατευθύνσεις.
Η μελέτη της φιλοσοφίας γενικά και της φιλοσοφίας των ανατολικών θρησκειών ειδικότερα, υπήρξε μία από αυτές τις κατευθύνσεις. Η γνωριμία του με τον Ινδό μυστικιστή φιλόσοφο και πνευματικό διδάσκαλο Osho, τον οδήγησε σε έναν κόσμο τον οποίο είχε ανάγκη και θέληση να εξερευνήσει. Ο Μανώλης Ρασούλης δεν φοβόταν τη ζωή και το κάλεσμα της ψυχής του. Ταξίδεψε, μελέτησε, διαλογίστηκε, δούλεψε, δημιούργησε και έζησε αναζητώντας πάντα την αλήθεια.
Τα διηγήματα του Μανώλη Ρασούλη τα άρθρα και όλα του τα κείμενα στα βιβλία του, στο «περιοδικό αυγό» που ήταν δικής του έκδοσης και σε πλήθος εφημερίδων που έγραψε, δείχνουν τι άνθρωπος ήταν ο ίδιος. Παρακολουθούσε, παρατηρούσε και ενημερωνόταν για όσα συνέβαιναν στη χώρα και στον κόσμο.
Μπορεί κανείς να φανταστεί την απογοήτευσή του για όσα έβλεπε να συμβαίνουν στην Ελλάδα στο τέλος της δεκαετίας του 2000 και μετά, και για το δρόμο που έβλεπε να οδηγείται η χώρα με τα μνημόνια και την γενικότερη κρίση. Όπως βέβαια έβλεπε και τα παγκόσμια γεγονότα και την πτώση, το χάος του κόσμου. Για έναν άνθρωπο που αγωνίστηκε σε όλη του τη ζωή για την εξέλιξη της ανθρωπότητας και το καλό, έτσι όπως ο ίδιος μπορούσε και ήξερε, που αγωνίστηκε για την ελευθερία, την τέχνη και την αγάπη, η απογοήτευση πρέπει να ήταν μεγάλη.
Πολλές από αυτές τις σκέψεις τις έκανε τραγούδια και ιστορίες για τα βιβλία του. Τις κατέγραφε στο προσωπικό του Blog ή τις εξέφραζε με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο, καθώς ήταν μέγας λεξιπλάστης, μέσα από τις ραδιοφωνικές του εκπομπές. Οι σκέψεις του και οι απόψεις του πολλές φορές ενόχλησαν. Κατηγορήθηκε πολλάκις από τα πάσης φύσεως κατεστημένα, όπως έγραψε ο ίδιος, ως αναρχικός και επικίνδυνος. Έφτασαν στο σημείο να τον κατηγορήσουν ως τρομοκράτη, λέγοντας πως είναι ο εγκέφαλος της τρομοκρατικής οργάνωσης «17 Νοέμβρη». Ο ίδιος όμως επέμεινε και στάθηκε πιστός στη δημιουργία και στις αξίες του.
Λίγο καιρό πριν φύγει από τη ζωή, ο Μανώλης Ρασούλης, έγραψε και έστειλε μια επιστολή στη δημοσιογράφο και φίλη του, Ζωή Νιομανάκη, τον Νοέμβριο του 2010. Γραφεί μεταξύ άλλων:
«Υπάρχει μια Ελλάδα μες στην Ελλάδα{…} Η αλήθεια είναι ότι εδώ και 25 χρόνια, ζώντας με τους συμπατριώτες μου, βιώνοντας μια διαρκώς γενικευόμενη, αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά, έλεγα ότι αυτό το στυλ θα καταστρέψει την Ελλάδα, μπορεί και την ανθρωπότητα. Έκανα το οτιδήποτε να εκφράσω το αντίδοτο. Μάλλον απ’ ό,τι φαίνεται ηττήθηκα. […] Στην Ελλάδα σφυρηλατήθηκε και εγκαθιδρύθηκε ένας μέσος πολίτης, μικροαστός, νεόπλουτος, αρχοντοχωριάτης. Επικυριάρχησε στο κοινωνικό, πολιτικό, ιστορικό, ψυχολογικό, αισθητικό προσκήνιο, καταστρέφοντας τον ρυθμό και το στυλ της χώρας. Επίσης, καταστρέφοντας τη λαϊκή κουλτούρα, δηλαδή το αυθεντικό τραγούδι, που είναι το θεμελιώδες στοιχείο της ταυτότητάς μας, απαξιώνοντας την λόγια ποίηση, εγκαθιδρύοντας, διά πυρρός και σιδήρου, τα πολιτιστικά κέντρα της χαράς και της αισιοδοξίας, όπως τα ονόμασαν, κάτι χαζοκαμπαρέ, τα λεγόμενα σκυλάδικα. Διαμόρφωσαν έναν χαζοκαμπαρετζίδικο τρόπο σκέψης, καθιστώντας την Ελλάδα ένα νομιμοποιημένο πορνοστάσιο […]. Υπάρχει μια άλλη Ελλάδα μες στην Ελλάδα, εξόριστη και καταδικασμένη από τα ποικίλα golden boys και τους εγχώριους κερδοσκόπους που δεν αναγνωρίζουν πατρίδα ή πολιτισμό, αλλά ορκίζονται στη money-land. Ανίκανοι και άπληστοι. […] Ονειρευόμουνα να γίνει η Ελλάδα μια πολιτισμική Ελβετία και μητέρα που θα κυοφορήσει ένα όραμα για την παγκόσμια ειρήνη. Τώρα είμαστε στο στόχαστρο όλου του δυτικού κόσμου και παράδειγμα προς αποφυγή».
Τα τελευταία χρόνια στο απόγειο της προσπάθειας του και αφού το κατεστημένο το οποίο έχει ρίξει την Ελλάδα στον άκρατο αμοραλισμό, επικεντρώνεται να μπει τελειωτικά στη διεθνή αρένα έχοντας εκπαιδευτεί, από το εγχώριο στάτους που αποπνέει την πιο ιλουστρασιόν παρακμή σ` όλο το γκλόμπαλ βίλατζ. Όμως και με παράπλευρο στόχο να εκφράσει τη βαθύτερη ψυχή της Ελλάδας με την οικουμενική ψυχή και της παγκόσμια δυναμική στην ανακάλυψη του αντίδοτου και την παραγωγή μιας νέας ιδεολογίας, ενός νέου κώδικα αξιών, που αυτή τη στιγμή αναζητά ο κάθε έξυπνος ευαίσθητος και έντιμος πολίτης κάθε χώρας κάθε φυλής, κάθε τάξης, και φύλλου.
Τα τελευταία τρία χρόνια γίνεται νονός και κηδεμόνας ενός μικρού αγοριού του Πασχάλη που αγαπά ιδιαίτερα, και του φωτίζει τον ορίζοντα συνειδητοποίησης του νοήματος του κόσμου.
Η τελευταία σημαντική εμπειρία του υπήρξε η επίσκεψη στη μεγάλη πυραμίδα της Γκίζας στης 22-9-2001, επίσκεψη που του τροφοδότησε στα μέγιστα το κουράγιο για τη συνέχιση της έρευνας και του έργου του.
Ο Μανώλης Ρασούλης «έφυγε» από τη ζωή στις 5 Μαρτίου του 2011, στα εξήντα πέντε του μόλις χρόνια. Βρέθηκε νεκρός από οικείο του πρόσωπο οκτώ μέρες αργότερα. Ίσως να μην ήταν τυχαίο αυτό το γεγονός, ίσως να υπήρχε λόγος που δεν έγινε αμέσως αντιληπτός ο θάνατός του. Ένας άνθρωπος που ήθελε να κάνει τόσα πολλά και είχε να δώσει ακόμη περισσότερα, μπορεί να κέρδισε λίγο χρόνο να διαπραγματευτεί με τον θάνατο. Εξάλλου δεν είχε προλάβει να γράψει ολόκληρη την αυτοβιογραφία του.
Την αυτοβιογραφία του ολοκλήρωσε η κόρη του αείμνηστου Μανώλη Ρασούλη, Ναταλία Ρασούλη. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ιανός»(2012) με τον τίτλο «Βερβελίδες της Αμάλθειας – Αναφορά στον Χόμο Σάπιενς».
Πηγή: Διαδίκτυο
Comments