Από τα πιο χαρισματικά και ταλαντούχα παιδιά της Μεταπολίτευσης, ηθοποιός, τραγουδιστής, μουσικός, τηλεπαρουσιαστής, σόουμαν κι έτσι θα τον θυμόμαστε, με όλες αυτές τις ιδιότητες μαζεμένες σε ένα ολοστρόγγυλο καλοσυνάτο πρόσωπο κάτω από τα γένια του.
Ο Σάκης Μπουλάς (Κιλκίς,11 Μαρτίου 1954, - Μαρούσι Αττικής, 21 Φεβρουαρίου 2014)
Η καταγωγή του ήταν από τον Πειραιά, όπου και μεγάλωσε. Όταν ήταν μικρός, οι γονείς του τον παρότρυναν να γίνει δικηγόρος λόγω της άνεσης που παρουσίαζε στον λόγο, ωστόσο αυτός επέλεξε το τραγούδι και την ηθοποιία. Παλαιότερα ήταν ιδιοκτήτης καταστήματος με έπιπλα. Είχε, επίσης, πει πως δεν του άρεσε ο γάμος καθώς έτσι αιχμαλωτίζεται η ανεξαρτησία του. Πνεύμα ανήσυχο από τα μικράτα του, επέλεξε τον καλλιτεχνικό δρόμο, αντί τη δικηγορία, όπως ήταν ο διακαής πόθος της οικογένειάς του.
Ο Σάκης Μπουλάς , ξεκίνησε την καλλιτεχνική του διαδρομή τη δεκαετία του ‘70 από τα εναλλακτικά μουσικά στέκια. Μαζί με τους Γιάννη Ζουγανέλη, Νικόλα Άσιμο, Θάνο Αδριανό και Περικλή Χαρβά, δημιούργησαν το πρώτο μουσικό καφενείο στην Ελλάδα με το όνομα «Σούσουρο», χρησιμοποιώντας τη φόρμα του γερμανικού πολιτικού καμπαρέ, όπου για πρώτη φορά συνδυάστηκε μουσική με θέατρο και διάφορα δρώμενα.μπορεί να έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό από τους κωμικούς ρόλους που ενσάρκωσε με επιτυχία αλλά με τη θητεία του στο τραγούδι είχε ήδη κερδίσει το δικό του κοινό.Ενεργό μέλος της κοινότητας των Εξαρχείων και συνοδοιπόρος του Νικόλα Άσιμου από τις αρχές του 1970, όταν ο αυτόχειρας τραγουδοποιός κατέβηκε από την Κοζάνη στην Αθήνα, παραδόξως δεν συνεργάστηκε μαζί του στη φειδωλή δισκογραφία του. Υπήρξε ροκάς με τη βούλα, που λένε. Το 1982 μάλιστα έβαλε ελληνικούς στίχους στο Sebastian από το θρυλικό The Human Menagerie των Steve Harley & Cockney Rebel, χαρίζοντας μία μεγάλη επιτυχία στον Βασίλη Παπακωνσταντίνου από το άλμπουμ του, Φοβάμαι. Μία δεκαετία με τον Παπακωνσταντίνου, τον Γιάννη Ζουγανέλη, την Ισιδώρα Σιδέρη, τη Σοφία Βόσσου και τον Λάκη Παπαδόπουλο διέγραψαν τη δική τους τροχιά στην αθηναϊκή νύχτα, βασικά στη μουσική σκηνή ΑχΜαρία στα Εξάρχεια.Ιδιαίτερα καλλίφωνος και με την εκφραστικότητα του ηθοποιού, ο Μπουλάς τραγούδησε στις κοινές συναυλίες του Θάνου Μικρούτσικου και του Χρήστου Λεοντή που οδήγησαν και στην έκδοση ενός άλμπουμ με τίτλο Χρήστος Λεοντής - Θάνος Μικρούτσικος, Συναυλίες '81.
Ήρθαν και τα τραγούδια όχι μακριά από το ύφος των Κουφωμάτων, με το οποίο τον αγάπησε το πανελλήνιο: Το Μπανάκι - Μανάκι σε μουσική Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, οι Ρέγγαι και λακέρδαι σε μουσική Γιάννη Γιοκαρίνη, το Κάτσε στο παπί μου του Μιχάλη Ρακιντζή, όλα μέσα από προσωπικούς δίσκους του, ενός σατιρικού pop - rock ιδιώματος, αρκετά δημοφιλούς εκείνα τα χρόνια.
Η προσωπική του δισκογραφία περιλαμβάνει πέντε δίσκους: «Μπουλάς – Ελλάς» με τις μεγάλες επιτυχίες «Μπανάκι Μανάκι» και «Το Φλασάκι» (1986), «Ας πρόσεχες (1987), «Ζαμανφού», (1992), «Έκθεση ιδεών» με τον Γιάννη Ζουγανέλη (2000), ενώ συνεργάστηκε με συνθέτες, όπως ο Μιχάλης Γρηγορίου «Ανεπίδοτα γράμματα», ο Θάνος Μικρούτσικος («Καντάτα για τη Μακρόνησο»), ο Μίμης Πλέσσας («Λουκιανού διάλογοι») και ο Διονύσης Σαββόπουλος «Αχαρνής».
Το 1976 είχε την πρώτη του επαφή με τον κινηματογράφο, ως αφηγητής στο ιστορικό ντοκιμαντέρ του Συμεών Καπετανάκη «Αρκάδι 1866» κι ένα χρόνο αργότερα πρωτοεμφανίστηκε στην τηλεόραση, στην κωμική σειρά της ΕΡΤ «Μια υπέροχη γλωσσού», σε σκηνοθεσία Μήτσου Λυγίζου και σενάριο Δημήτρη Ψαθά. με ιδιαίτερη αίσθηση του χιούμορ, ο Σάκης Μπουλάς διακρίθηκε κυρίως σε κωμικούς ρόλους ως ηθοποιός. Στο θέατρο δεν πρόλαβε να παίξει, γιατί, όπως έλεγε χαριτολογώντας, «θα το κάνω όταν μεγαλώσω»!Η παρέα του, από τα Κουφώματα, δεν χαναμε επεισοδιο την απόλυτη νομιμοποίηση του σχολικού χαβαλέ, όπου μια ομάδα νέων αντρών (Ζουγανέλης, Μπουλάς, Βαβούρας κ.α.) μας κάνανε μικρούς - μεγάλους να σερνόμαστε χάμω από τα γέλια,
Στον κινηματογράφο έπαιξε σε ταινίες όπως: «Ο Δράκουλας των Εξαρχείων» (1983), «Ντελίριο» (1983), «Η Αγάπη είναι ελέφαντας» (2000), «Λουκουμάδες με Μέλι» (2004) και «Ηθικόν Ακμαιότατον» (2005).
Στην τηλεόραση αγαπήθηκε ιδιαίτερα από το μεγάλο κοινό για τις ερμηνείες του σε τηλεοπτικές σειρές, όπως: «Κουφώματα» (ΕΡΤ, 1988), «Δέκα λεπτά κήρυγμα» (Mega, 2000), «Σαββατογεννημένες» (Mega, 2003) και «Πενήντα – Πενήντα» (Mega, 2005). Διακρίθηκε, επίσης, στην παρουσίαση τηλεπαιγνιδιών στη χρυσή εποχή τους, τη δεκαετία του ‘90 («Κάνε ό,τι Κάνω», «Πάρτα Όλα»).
Τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα με τον καρκίνο, αλλά δεν το έβαζε κάτω. Μέχρι και λίγες μέρες πριν από τον θάνατό του εμφανιζόταν στην «Ακτή Πειραιώς», συμμετέχοντας στη μουσική παράσταση «ΓκαΓκαΝτίν: Οι γενναίοι της νύχτας», πλάι στους Διονύση Σαββόπουλο, Λαυρέντη Μαχαιρίτσα και Γιάννη Ζουγανέλη. Διέκοψε τις εμφανίσεις του, όταν η υγεία του επιδεινώθηκε.
Εισήχθη στο νοσοκομείο «Υγεία», όπου άφησε την τελευταία του πνοή στις 21 Φεβρουαρίου 2014.
Ο θάνατός του προκάλεσε πανελλήνια συγκίνηση. Στην κηδεία του παρέστησαν πολλές προσωπικότητες της υποκριτικής, της μουσικής σκηνής, αλλά και απλός κόσμος. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του διατηρούσε δεσμό με την ηθοποιό και πρώην μοντέλο Αλεξάνδρα Ούστα.
Comments