Ο Αριστοτέλης στην Πρώτη Φιλοσοφία του (Μετά τα Φυσικά) αποφαίνεται ότι ανεξαιρέτως οι άνθρωποι λαχταρούν από τη φύτρα τους τη γνώση. Καθετί παράξενο (άτοπον) εξάπτει την περιέργεια και τη φαντασία τους και τους παρακινεί στην αναζήτηση της ουσίας του.
Πρώτα απόρησαν γι΄ αυτά που βρίσκονταν στα χέρια τους (εκ των ατόπων τα πρόχειρα) κι έπειτα, βαθμηδόν, πέρασαν στα πιο αινιγματικά, τις φάσεις της σελήνης και τις κινήσεις του ήλιου και των άστρων. Κάπως έτσι σαλπάρισε η ανθρωπότητα για τη μεγάλη περιπέτεια της γνώσης που διαρκεί χιλιάδες χρόνια δίχως ορατό τέλος. Αυτό ακριβώς το τέλος της γνώσης θα μπορούσε να έρθει μόνο ως απότοκος της εξαφάνισης του ανθρωπίνου είδους, όπως κι αν φανταστεί κανείς κάτι τέτοιο.
Πράγματι, η γνώση είναι ο άνθρωπος κι ο άνθρωπος νοείται ως επιστήμων άνθρωπος (homo discens). Δίχως ανθρώπους η γνώση είναι ανόητη, εφόσον “νους ορά και νους ακούει”, εκτός του ανθρωπίνου νοός δεν υπάρχει γνώση. Ο κόσμος δίχως τον άνθρωπο θα μπορούσε κάλλιστα να εξακολουθήσει να υπάρχει, αλλά η γνώση, ως συνείδηση του κόσμου, θα εξέλιπε. Ο κόσμος σαφώς αποτελείται κυρίως από ύλη -πρωτίστως, δε, ανόργανη- και μάλιστα άπειρη, τουλάχιστον ως προς την ανθρώπινη αδυναμία να φτάσει στα πέρατά του.
Βέβαια, ο αρματηλάτης ανθρώπινος νους έχει διατυπώσει ακόμη και θεωρίες καμπυλότητας του σύμπαντος, που εγείρουν σοβαρή ένσταση ακόμη και για την απειρία του. Όμως, επί του παρόντος, εμπειρικά αδυνατεί να προσεγγίσει την εσχατιά του κόσμου και απλώς διατυπώνει θεωρητικά μοντέλα ερμηνείας, στον αγώνα και την αγωνία του να “σώσει τα φαινόμενα”.
Η ανθρωπότητα συχνά περιέπεσε σε ύβρη, μεθυσμένη από τη δύναμη της νομοθετούσας συνειδήσεώς της. Παράλληλα, όμως, το δέος του απείρου παρότρυνε και σε μετριασμό της έπαρσης, σε μία ταπεινοφροσύνη από τη συνειδητοποίηση της ασημαντότητας ενός-εκεί ζωικού είδους -ακόμα και του δικού του!- σε σύγκριση με το σύμπαν. Ο άνθρωπος, νιώθοντας “γη και σποδός” αντιλαμβάνεται “τη ματαιότητα των ματαιοτήτων” των υπερφίαλων αξιώσεών του για γνώση και κυριαρχία.
Και ενεργεί φρόνιμα! Οι άφρονες, όμως, εκάστοτε επίδοξοι σφαγείς της ελευθερίας του βυσσοδομούν άγρυπνα, για να εκφυλίζουν την υγιή και εμπερίστατη ταπεινότητα σε αυτομαστίγωση και εθελοδουλία. Και εξηγούμαι.
Δεν υπάρχει αυταρχικό καθεστώς στην ιστορία που να μην αξιοποίησε το δέος του ανθρώπου απέναντι στο μεταφυσικό (που κυρίως ταυτίζεται με το άπειρο, όπου δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί η επιστήμη) για χειραγώγησή του. Οι θρησκείες χρησιμοποιήθηκαν για την υποταγή της συνείδησης των υπηκόων στους άρχοντες διαστρεβλώνοντας την ιδέα της ασημαντότητας σε σχέση με τη θεϊκή ουσία (δηλαδή με το άπειρο και απερινόητο).
Αφού οι άνθρωποι είναι ένα τίποτα σε σχέση με τους θεούς, άρα οφείλουν υποταγή στους αφέντες τους που είτε είναι οι ίδιοι θεοί (κλασικό το παράδειγμα των Ρωμαίων αυτοκρατόρων) είτε οι εκλεκτοί τους (παράδειγμα η ελέω Θεού μοναρχία).
Στους Νεότερους και Νεότατους χρόνους -πολύ περισσότερο, δε, στους πονηρούς καιρούς μας- όταν η επιστήμη αντικατέστησε τη θρησκεία ως συνεκτικός μύθος της νεοτερικής και μετανεοτερικής κοινωνίας, αξίωσε (όχι, βέβαια, για λογαριασμό της ίδιας, αλλά χάριν της πολιτικής εξουσίας στην οποία εκπωλείται ψυχή τε και σώματι) την ίδια υποταγή, όχι πια στο δόγμα αλλά στο ερμηνευτικό μοντέλο. Τώρα πια δεν τρομοκρατούνται οι μάζες με τη μηδαμινότητα τους έναντι του υπερφυσικού, αλλά με τα μοντέλα ερμηνείας της απειρότητας της ύλης.
Είσαι αστρόσκονη, ανθρωπάκο, και μή ζητάς πολλά. Αρκέσου σε διαβατήρια υγείας, καυσίμων, ενέργειας, τροφής και άσε κατά μέρος αυτά τα μεταφυσικά περί ελευθεριών, μοναδικότητας και απαραχάρακτου της ανθρώπινης προσωπικότητας, δημοκρατίας κ.λπ.
Κάπως έτσι, βέβαια, αρχίζει να αμφισβητείται πλέον η ίδια η ανθρωπινότητα. Όσο χρησιμοποιείτο ως μορμολύκειο η πίστη, το πνεύμα, έστω και δέσμιο, παρέμενε πνεύμα και περίμενε ένα κάλεσμα ελευθερίας για να συνθλίψει τις αλυσίδες του και να ορθωθεί ξανά αγέρωχο.
Σήμερα, όμως, με τις δυνατότητες που έχει αποκτήσει η ποδηγετούμενη από την εξουσία επιστήμη, μπορεί να αλλοιώσει αμετάκλητα την ανθρώπινη ουσία με γονιδιακές παρεμβάσεις, υβριδισμό με τεχνητή νοημοσύνη, αξιοποιώντας πλειάδα καινοτόμων τεχνολογιών, όπως η νανοτεχνολογία. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο -έστω- πώς θα αντιδράσουμε; Ως αστρόσκονη; Ή ως γη και σποδός;
Κείμενο: Δημήτρης Βουρλιωτάκης
Comments