Η μέτρηση του χρόνου, αν και πρωτίστως αποτελεί καθαρά πρακτικό ζήτημα, ανέκαθεν επενδυόταν ιδεολογικά. Αναμφισβήτητα, ο χρόνος είναι φυσικό μέγεθος, κανονιζόμενο από αστρονομικά φαινόμενα.
Για μας τους ταπεινούς γήινους όλα ρυθμίζονται από το συνδυασμό δύο κυκλικών κινήσεων: της Γης μας αφενός περί τον άξονά της, αφετέρου γύρω από τον ήλιο (εδώ όντως “Ηλιάτορα” , κατά τον Ελύτη μας...) Ωστόσο, από την πρωταρχή της συνειδητοποίησης της “σκανδαλώδους” ετερότητας του ανθρωπίνου όντος από την υπόλοιπη πλάση, ο χρόνος προσεγγίστηκε ανθρωπομορφικά, κατ΄ αρχάς μυθικοθρησκευτικά και κατόπιν ιδεολογικοπολιτικά.
Οι “αρχαίοι ημών πρόγονοι”, για τους οποίους εμφορούμαστε -συνήθως- από υπερηφάνεια, αλλά και παχυλή άγνοια για τον πολιτισμό τους, παρετυμολογούσαν το χρόνο από τον Κρόνο -που έτρωγε με μυθολογική κυριολεξία τα παιδιά του- αποδίδοντας τη φθορά και το τέλος της θνητής ύπαρξης που φέρνει η κύλιση του χρόνου.
Ο χρόνος-Κρόνος, όμως ευνουχίζεται από το Δία, το αφεντικό των Δώδεκα Θεών, και από το αποτετμημένο μόριό του που ρίφθηκε στη Θάλασσα αναδύθηκε η Αφροδίτη, η θεά του Έρωτα. Εδώ κανείς θα μπορούσε να διίδει το θρίαμβο του πνεύματος επί της κτηνώδους βίας του φυσικού χρόνου (που μας καταβροχθίζει ανάλγητα) μέσω της ερωτικής δημιουργικής δραστηριότητας που εγκλωβίζει το αιώνιο του πνεύματος, γεννώντας-ενσαρκώνοντάς το μέσα στη φθαρτή ομορφιά της φύσης. Περνάμε, λοιπόν, στον “τόκον εν καλώ” του Πλάτωνα, όπως εκτέθηκε στο “Φαίδρο” του.
Στο χριστιανισμό ο χρόνος τρέπεται σε σωτηριολογική ευκαιρία, σε στοίχημα δικαίωσης στην αιώνια ζωή που θα αποτελεί, μεταξύ άλλων, και το τέλος του φυσικού χρόνου. Στην “καινή κτίση” που μας υποσχέθηκε ο Χριστός δεν υπάρχει φθορά, καθώς παρέρχεται οριστικά ο υλικός-φθαρτός κόσμος και ο αναπόσπαστος εταίρος του, ο ανθρωποφάγος χρόνος. Οι τρεις χρονικές βαθμίδες ενώνονται σε μία, σε ένα άχρονο μεταφυσικό παρόν ευδαιμονίας και πληρότητας υπαρξιακής διά της ενώσεως των διεστώτων εν πνεύματι και αληθεία.
Αλληλένδετοι με την εκάστοτε ιδεολογική θεώρηση του χρόνου είναι και οι ποικίλοι εορτασμοί. Ο χρόνος δεν κυλά στις γιορτές, ο δύστηνος θνητός γεύεται ένα άχρονο παρόν, μακριά από τις έγνοιες και τα βάσανά του. Οι ώρες που κυλούν βάσει της περιστροφής της γης περί τον άξονά της, ψυχολογικά κυλούν βάσει των υποχρεώσεων του ανθρώπου.
Αυτό φαίνεται στην έννοια της ώρας στα αρχαία Ελληνικά που ήταν ακριβώς η φροντίδα (για την επιβίωση) , κατ΄ επέκταση η εποχή του έτους (η καθεμιά φέρνει τις δικές της εργασίες στους γεωργικούς πολιτισμούς) ενώ ταυτόχρονα είναι και το ενήλικο στάδιο της ζωής μας, όταν, δηλαδή, μπαίνουμε στα “βάσανα”... Στις γιορτές, λοιπόν, ο χρόνος δεν κυλά, ξαναγινόμαστε ξένοιαστοι σαν τα παιδιά και βιώνουμε την αιωνιότητα ανέμελα, όπως την αντιλαμβανόταν κι ο Ηράκλειτος που ονόμαζε τον Αιώνα ( = αεί όντα) παιδί που παίζει ανέμελα με τους πεσσούς (ένα τυχερό παιχνίδι).
Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι οι πάνδημοι εορτασμοί κάθε λαού αποκαλύπτουν τη μεταφυσική, την πνευματική του στόφα. Δείξε μου τι γιορτάζεις, να σου πω ποιος είσαι, όμοιος ομοίω πελάζει κ.λπ. … Επί Γαλλικής Επαναστάσεως, για να αποκοπεί ο κόσμος από τις θρησκευτικές εορτές (ώστε να χτυπηθεί η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και ο καισαροπαπισμός της) είχαν απαγορευθεί όλες οι θρησκευτικές εορτές και είχε επινοηθεί νέο ημερολόγιο με μήνες 30 ημερών που χωρίζονταν σε εβδομάδες 10 ημερών, ώστε να μη μείνει στους πολίτες ούτε καν η ανάμνηση των επτά ημερών της δημιουργίας της ιουδαιοχριστιανικής παράδοσης.
Ας έλθουμε, πια, στο τροχάδην παγκοσμιοποιούμενο σήμερα... Όλη η οικουμένη γιορτάζει το Χάλογουϊν. Μια γιορτή που ανήκει στις παραδόσεις αποκλειστικά των ΗΠΑ. Γιατί; Ποιος ο λόγος να βιώσει ο Χιλιανός, Νιγηριανός, ο Σουηδός, ο Έλληνας, ο Ινδός, ο Κινέζος ή ο Νεοζηλανδός μία γιορτή που δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την παράδοσή του; Γιατί να του γίνει βίωμα το Χάλογουϊν; Μήπως για να απολέσθουν οι εθνικές συλλογικές ταυτότητες και να αντικατασταθούν από τον δήθεν πολυπολιτισμικό (αλλά στην ουσία μονοπολιτισμικό) χυλό που προωθεί η παγκοσμιοποίηση; Γιατί να βλέπω εγώ στους δρόμους της Αθήνας κοριτσάκια με γκροτέσκα βαψίματα και να μην τα βλέπω να τριγυρνούν ως “Λαζαρίνες” το Σάββατο του Λαζάρου ψάλλοντας τα κάλαντα του Λαζάρου;
Πόσοι Έλληνες ξέρουν ότι υπάρχουν κάλαντα για κάθε μέρα της Μεγάλης Εβδομάδας, όταν κοντεύουν να λησμονήσουν ακόμη και των Χριστουγέννων;
Μη γελιόμαστε: ο τρόπος που εορτάζουμε και το τι εορτάζουμε μας χαρακτηρίζει υπαρξιακά. Δεν είναι κάτι ανώδυνο, δεν είναι κάτι επιφανειακό, η διασκέδαση διαποτίζει την ύπαρξή μας πολύ πιο ουσιαστικά από τη βιομέριμνά μας (όπου υποχρεωτικά θα λειτουργήσουμε με τους κανόνες της παγκοσμιοποίησης, αν μη τι άλλο, για να τους διαβρώσουμε εκ των ένδον) Εάν επισκεφθώ τις ΗΠΑ, θα χαρώ πολύ να πάρω μέρος στους εορτασμούς του Χάλογουϊν, για να ικανοποιήσω τα λαογραφικά μου ενδιαφέροντα, αλλά και επειδή τιμώ τον πολιτισμό κάθε λαού αδιακρίτως.
Στη χώρα μου, όμως, θέλω να γιορτάζω τα πατροπαράδοτά μου, γιατί αυτά έχουν ποτισθεί με τους αγώνες, τα όνειρα και τις μνήμες του λαού μου. Αλλιώτικα, θα χάσω όχι μόνο τα έθιμα του Σαββάτου του Λαζάρου, αλλά “και τ΄ αβγά και τα πασχάλια”...
Comments